Πριν από όχι και τόσα πολλά χρόνια, μία εικοσαετία περίπου, η ελληνική κοινωνία άκουγε ως σχεδόν φυσιολογικό γεγονός τη συστηματική εκμετάλλευση χιλιάδων γυναικών στο εμπόριο του σεξ, με τη χώρα να αποτελεί έναν κρίσιμο σταθμό του διεθνούς τράφικινγκ. Και το άγριο αυτό έγκλημα του δουλεμπορίου γυναικών στην Ευρώπη, είχε αποκτήσει στοιχεία «κανονικότητας» στη χώρα μας.
Σήμερα, βλέπουμε επίσης ότι έχουμε σχεδόν εξοικειωθεί με τις αναφορές στα ΜΜΕ σε «ομαδικούς βιασμούς» ή το δολοφονικό ξύλο εναντίον γυναικών. Δεν λέω ότι αποδέχεται η ελληνική κοινωνία αυτές τις καταστάσεις. Προφανώς και η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών είναι αντίθετο στις εγκληματικές πρακτικές και τη βία.
Λέω όμως ότι το άγριο έγκλημα μοιάζει να εγκατασταθεί μέσα στο κοινωνικό υπόστρωμα σαν μέρος μίας κατάστασης που «τι να κάνουμε… υπάρχει».
Για αυτό και είναι πολύ θετική η αντίδραση που ξεσπά από συλλογικότητες και ιδιαίτερα τους νέους και τις νέες όταν αποκαλύπτονται εγκλήματα, γιατί σπάει την «κανονικοποίηση».
Από κάποιες πλευρές θεωρείται ότι δεν είναι πρωτότυπο όλο αυτό, ότι και παλιά συνέβαιναν ανάλογα, αλλά δεν είχαν δημοσιότητα. Ίσως ως ένα βαθμό κάτι τέτοιο να ισχύει για αυτό που ονομάζουμε γενικά έμφυλη βία.
Ειδικά, όμως η «κανονικότητα» της σεξουαλικής εκμετάλλευσης με οργανωμένο, «βιομηχανικό» τρόπο μέσα από κυκλώματα είναι φαινόμενο που διογκώθηκε, μετά το ’90 σχηματικά για την Ελλάδα, αλλά και όλη την Ευρώπη. Και δεν φαίνεται να το αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά ακόμα, ίσως γιατί δεν έχουμε κατανοήσει και συζητήσει μέσα στην κοινωνία τα αίτια της ανάπτυξής του και τους τρόπους που βρίσκει ώστε να αναπαράγεται.
Και φαίνεται ότι έχει νόημα σε αυτή τη φάση να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή και προτεραιότητα στην αντιμετώπιση του σκληρού εγκλήματος που έχει ως θύματα τις γυναίκες. Αφενός για να προστατευθούν όσο γίνεται περισσότερες γυναίκες, αφετέρου για να αποκαλυφθεί ως βαρύ έγκλημα η διαχείριση του σώματος των γυναικών από οργανωμένα συμφέροντα, ανεξάρτητα της μορφής που παίρνουν αυτά.
Έχει σημασία να ορίζουμε τις καταστάσεις, να βάζουμε διαχωριστικές γραμμές, να μην αφήνουμε τη σύγχυση και τις θολές εικόνες να αντικαθιστούν την πραγματικότητα.
Αναζητήσεις στον καιρό των πιεστικών ερωτημάτων
Το εργαλείο με το οποίο βάζουμε σε έναν κατάλογο τις χρήσιμες ιστοσελίδες που θέλουμε να παρακολουθούμε, έχει ένα όριο πάνω από το οποίο δεν είναι χρήσιμο. Πρόσεξα ένα βράδυ ότι είχα σώσει στους «σελιδοδείκτες» μία λίστα με πάνω από 100 διευθύνσεις, τις περισσότερες από τις οποίες δεν είχα ποτέ ξανά επισκεφτεί από όταν τις θεώρησα ενδιαφέρουσες, ενώ κάποιες δεν λειτουργούσαν καν. Τις έσβησα όλες, πλην κάποιων ελαχίστων, μήπως και βρω από το μηδέν έναν νέο τρόπο να θυμάμαι τι ενδιαφέρον είχα ανακαλύψει κάποια στιγμή στον άπειρο χώρο του web.
Στην πράξη άλλωστε όλοι μας σχεδόν, κάθε μέρα επισκεπτόμαστε μόνο τις «αγαπημένες» σελίδες που ανοίγουν με το που μπαίνουμε στον browser που χρησιμοποιούμε. Όλα τα άλλα τα βρίσκουμε με το κλασικό γκουγκλάρισμα, το οποίο το χρησιμοποιούμε πια τόσο πολύ που νομίζουμε ότι δεν υπάρχει και κανένας άλλος τρόπος να μάθουμε κάτι νέο. Πώς ζούσαμε πριν το λευκό κουτάκι που περιμένει την αναζήτησή μας;
Μία συνήθεια πάντως που επιστρέφει είναι το «σερφάρισμα», εκείνη η παλιά μέθοδος να τρέχουμε από σελίδα σε σελίδα που είχαμε παλιά και μας ταξίδευε όντως κάποιες στιγμές σε ωραία «κύματα» του δικτύου. Θέλει όμως, χρόνο και χαλαρή διάθεση για τέτοια ταξίδια, ενώ στις μέρες μας έχουμε απομείνει με την αγχωτική πίεση να «βρούμε» άμεσα αυτό που θέλουμε. Να έχουμε «απαντήσεις» στα διαρκή ερωτήματά μας. Που υπάρχει και ένα θέμα πια για το τι «ρωτάμε» και πόσο νόημα έχουν για τη ζωή μας οι «απαντήσεις» που βγαίνουν ψηλά ψηλά στις αναζητήσεις μας.
Κατηγορίες
- Επικαιρότητα(19.623)
- Πολιτικό Ρεπορτάζ(504)
- Ελλάδα(127)
- Οικονομία(1)
- Πολιτισμός(4.197)
- Εκδηλώσεις(1.573)
- Ήπειρος(1.962)
- Αθλητικά(2.933)
Αρθρογραφία
Είσοδος