Το σοκ από τις εικόνες της Αμερικής δεν ήταν μόνο από όλους αυτούς που κατέλαβαν το Καπιτώλιο και την έδρα του κοινοβουλευτισμού. Ήταν περισσότερο αυτή η αίσθηση ότι ερχόμαστε μπροστά σε έναν σκοτεινό κόσμο, βγαλμένο μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας μας, σε μία συνθήκη, μία κατάσταση που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Ή έστω, ελπίζαμε ότι οι ένοπλες πολιτοφυλακές στους δρόμους είχαν μείνει στο παρελθόν, ένα ξεχασμένο κατάλοιπο της ιστορίας.
Μπροστά στα τόσα πρωτοφανή, έρχονται κάποιοι στην Ελλάδα και προσπαθούν να μετατρέψουν το μείζον αυτό πρόβλημα σε εσωτερικό πολιτικό ζήτημα της χώρας μας.
Από το ίδιο βράδυ σχεδόν διακινείται από διάφορους το… ατράνταχτο επιχείρημα περί της σχέσης του Τραμπ με το κίνημα κατά των μνημονίων στην Ελλάδα, ότι ακούγονταν λέει στην Ελλάδα το σύνθημα "να καεί, να καεί… η Βουλή". Αφού κάποιοι φώναζαν αυτό το σύνθημα και αφού στην Ουάσιγκτον μπήκαν και στη Βουλή, να η συσχέτιση και οι ομοιότητες.
Πέρα από το αντιστόρητο του πράγματος που έχει να κάνει με την άγνοια για την ιστορία των διαδηλώσεων στη χώρα (εθελοτυφλείς πχ όταν δεν θυμάσαι τι λέγονταν για τους πολιτικούς στα "εθνικά" συλλαλητήρια παρουσία επισήμων ή δεν γνωρίζεις ότι τα "προδότες- προδότες" πήγαιναν σύννεφο στα συλλαλητήρια του '50 για την "Ένωση"), εντυπωσιάζει η έλλειψη αισθητηρίου για το πώς ακριβώς προστατεύεται η δημοκρατία.
Η δημοκρατία ενισχύεται από τις διαδηλώσεις ακριβώς γιατί δίνουν φωνή στον διαμαρτυρόμενο. Γι' αυτό και ο Τζο Μπάιντεν στο δραματικό διάγγελμά του- πολύ προσεγμένο πάντως- ανέφερε: «Αυτό δεν είναι διαδήλωση, είναι εξέγερση», διαχωρίζοντας έτσι το δικαίωμα κάποιου να εκφράζεται από το να οδηγείται σε πράξη εκτροπής. Μόνο ένας αφελής άνθρωπος θα παρέδιδε χιλιάδες ανθρώπους στην επιρροή μίας οργανωμένης ομάδας εισβολέων και ο νέος Πρόεδρος δεν είναι αφελής.
Και μόνο ένας αντιδημοκρατικός και αντιφιλελεύθερος άνθρωπος πιστεύει ότι ένας διαδηλωτής που λέει ένα σύνθημα κατά της Βουλής θα οδηγηθεί και στο να την κάψει κιόλας. Στοχοποιώντας έτσι εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, δεν είναι μόνο ότι ανοίγει το δρόμο για μία ολοκληρωτική εξουσία ελέγχου της έκφρασης των ανθρώπων, αλλά ότι τελικά δεν ασχολείται με τις πραγματικά οργανωμένες ομάδες της ακροδεξιάς που θέλουν να καταστείλουν τη δημοκρατία σε όλον τον κόσμο, τις οποίες και αφήνει στο σκοτάδι ανενόχλητες.
Στις διαδηλώσεις οι άνθρωποι μπορούν να λένε ό,τι θέλουν.
Μπορούν να σηκώνουν πανώ με τη φωτογραφία του "εθνάρχη" τους, μπορούν να διαμαρτύρονται για τη διαιτησία σε ένα ματς, μπορούν ακόμα και να διαφωνούν με τη δημοκρατία. Δεν μπορούν όμως και δεν επιτρέπεται να κάνουν παράνομες πράξεις- και για αυτό υπάρχει η δικαιοσύνη.
Αλλά το ότι κινδυνεύει η ελληνική δημοκρατία από ένα σύνθημα, μόνος κάποιος που δεν ζει σε αυτή τη χώρα το πιστεύει.
Στη χώρα που η κοινωνία σε πολύ δύσκολες ώρες από το 1974 ως τις μέρες μας απέδειξε ότι και τη δημοκρατία σέβεται και το κοινοβούλιο και ουδέποτε έπραξε ό,τι έγινε σε μία από τις κοιτίδες του φιλελευθερισμού, ακόμα και όταν οι αποφάσεις της Βουλής την οδηγούσαν στη φτώχεια και την απαξίωση.
Όταν ο ΠΑΣ ήταν αξεπέραστος… στα μάτια μας
Δεν θυμάμαι πότε πρωτοπήγα στο γήπεδο του ΠΑΣ Γιάννινα. Έχω εικόνες από το ξηρό γήπεδο και τις χαμηλές κερκίδες άρα με έπαιρναν μαζί οι μεγάλοι πριν από ’78. Θυμάμαι καλά τον Λίσα και όλους τους Αργεντινούς άρα ήδη από τα 8-9 μου χρόνια ήμουν εκεί. Αυτή η περίοδος του ΠΑΣ από το 1978 ως το 1986-87 περίπου με επηρέασε και ακόμα και σήμερα αποτελεί ένα μέτρο για το πώς βλέπω τον ΠΑΣ και το ποδόσφαιρο γενικά. Πιστεύω ας πούμε ότι δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να εισβάλλεις μέσα στην περιοχή του αντιπάλου όπως έκανε ο Κοντογιωργάκης ή όπως έστελνε την μπάλα στα δίχτυα ο Αλβαρέζ.
Παρ’ όλα αυτά, οι αγαπημένοι μου στην ομάδα ήταν η μεσαία γραμμή. Δεν ξέρω αν είναι λόγω του χαρακτήρα μου ή έτσι διαμορφώθηκε και ο χαρακτήρας μου στο χρόνο- γιατί η μπάλα φτιάχνει και τον χαρακτήρα μας.
Για μένα ο ΠΑΣ ήταν ακριβώς το κέντρο. Αυτό το τείχος που ύψωναν στην άμυνα ο Θανάσης Παπάζογλου και ο Βασίλης Παπαγγέλης που όμως ήταν ενεργό γιατί ωθούσαν την μπάλα προς τα μπροστά. Και μετά αναλάμβαναν ο Γκλασμάνης, ο Μοντέζ, ο Λάππας ο Λιάκος, και ο Βασίλης Παπαχρήστου με τον Δημήτρη Σεϊταρίδη που έβαζαν και τα γκολ. Πίσω δε, είχαμε γερή άμυνα.
Εκείνος ο ΠΑΣ που κράταγε την μπάλα και έπαιζε παιχνίδι, συγκρατημένο αλλά δημιουργικό, νομίζω ότι ήταν μία αξεπέραστη ομάδα. Τώρα, βέβαια είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα και δεν χρειάζονται συγκρίσεις. Και μπορεί να ωραιοποιούμε και το παρελθόν, γιατί το έχει αυτό ο αθλητισμός να μας κάνει λίγο παιδιά. Αλλά και γι’ αυτό είναι ωραία η μπάλα.
* Αφιερωμένο βέβαια στον Θανάση Παπάζογλου, αρχηγό της ομάδας όπως την έβλεπα μικρός.
Γράφει ο ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ
fkaramitsos@yahoo.gr
Κατηγορίες
- Επικαιρότητα(19.614)
- Πολιτικό Ρεπορτάζ(504)
- Ελλάδα(127)
- Οικονομία(1)
- Πολιτισμός(4.194)
- Εκδηλώσεις(1.571)
- Ήπειρος(1.962)
- Αθλητικά(2.932)
Αρθρογραφία
Είσοδος