Ανησυχητικές είναι οι διαστάσεις που έχει προσλάβει το φαινόμενο χρήσης των δηλητηριασμένων δολωμάτων στην ύπαιθρο, με θύματα σπάνια είδη της άγριας πανίδας, αλλά και ζώα εργασίας, όπως οι ποιμενικοί και οι κυνηγετικοί σκύλοι. Τα τελευταία χρόνια, οι καταγραφές, κυρίως από περιβαλλοντικές οργανώσεις αλλά και τα κατά τόπους δασαρχεία επιβεβαιώνουν πως η χρήση των δολωμάτων αυτών πλήττει σημαντικά τα πτωματοφάγα αρπακτικά πουλιά, αλλά και εμβληματικά είδη θηλαστικών όπως η αρκούδα, ο λύκος και ο λύγκας. Σημαντικές ωστόσο είναι οι απώλειες σε κυνηγετικούς σκύλους και σε σκύλους φύλαξης κοπαδιών, απώλειες που πέραν του συναισθηματικού φορτίου προκαλούν και οικονομικές επιπτώσεις και δύσκολα αντικαθίστανται. Από το 2000 μέχρι το 2015 οι επίσημες καταγραφές των περιβαλλοντικών οργανώσεων έχουν φέρει στο προσκήνιο 779 περιστατικά με δηλητηριασμένα ζώα στην ύπαιθρο, ενώ την τριετία 2012 – 2015 καταγράφηκαν επίσημα 283 περιστατικά. Η τοξική απειλή όμως των δηλητηριασμένων δολωμάτων δεν αφορά μόνο τα θύματα που πλήττονται άμεσα. Αντιθέτως, αφορά το τροφικό πλέγμα, τους φυσικούς πόρους στους οποίους περνούν οι τοξικές ουσίες και κατά συνέπεια την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη, αφού οι ουσίες αυτές δεν εξαφανίζονται, αλλά μέσω της τροφικής αλυσίδας καταλήγουν στα ανθρώπινα κύτταρα. Η περιβαλλοντική οργάνωση «Καλλιστώ» πραγματοποίησε χθες ένα ενημερωτικό σεμινάριο για τη χρήση των δηλητηριασμένων δολωμάτων, το οποίο απευθύνθηκε στους υπαλλήλους των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, στις δασικές υπηρεσίες και σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Ο επιστημονικός υπεύθυνος της «Καλλιστώ» Γ. Μερτζάνης σε δηλώσεις του στην «Ε» χαρακτήρισε ένα πρόβλημα που πλήττει και αφορά οριζόντια το σύνολο της χώρας υποστηρίζοντας πως αυτό που λείπει είναι η συστηματοποίηση της αντιμετώπισης και της καταγραφής, όπως επίσης και η κατάλληλη ενημέρωση ώστε κανείς να μην φτάνει στην αυτοδικία. Σημείωσε χαρακτηριστικά πως πρόκειται για θέμα προστασίας της δημόσιας υγείας και πως ο χειρισμός του δεν είναι μία απλή υπόθεση παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια σε θεσμικό επίπεδο. «Ένα δηλητηριασμένο δόλωμα μπορεί να σκοτώσει πολλά περισσότερα ζώα από αυτά που στοχεύει. Αποτελεί ένα σοβαρά πρόβλημα για τα κρισίμως κινδυνεύοντα είδη της άγριας πανίδας. Τόσο τα δολώματα όσο και τα πτώματα αποτελούν για πολύ καιρό εστίες θνησιμότητας και έναν θανάσιμο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία είτε ερχόμενα σε απευθείας επαφή με τον άνθρωπο, είτε περνώντας στον υδροφόρα ορίζοντα και κατ’ επέκταση στην τροφική αλυσίδα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Κατακόρυφη αύξηση των λύκων
Οι επιστημονικές καταγραφές και μελέτες έρχονται να επιβεβαιώσουν την εμπειρική εκτίμηση, για την ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των λύκων στην ελληνική επικράτεια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε πρόσφατο συνέδριο στη Θεσσαλονίκη από ερευνητική περιβαλλοντική ομάδα με επικεφαλής τον Διδάκτωρ Γ. Ηλιόπουλο, η εκτίμηση για τον πληθυσμό του λύκου στην Ελλάδα είναι πως αυτός έχει ξεπεράσει τα 1000 άτομα. Σε σύγκριση με έναν εκτιμώμενο αριθμό 500 – 600 ζώων τα προηγούμενα χρόνια, η αύξηση που καταγράφεται είναι αναμφίβολα πολύ σημαντική, όπως πολύ σημαντικά όμως είναι και τα προβλήματα που έχουν ήδη δημιουργηθεί. Ένα από αυτά είναι και τα συνεχή κρούσματα επιθέσεων λύκων σε κυνηγετικά σκυλιά, φαινόμενο που ήταν εξαιρετικά σπάνιο τα προηγούμενα χρόνια. Σύμφωνα με τον επιστημονικό υπεύθυνο της περιβαλλοντικής οργάνωσης «Καλλιστώ» Γ. Μερτζάνη οι επιθέσεις αυτές μπορούν να εξηγηθούν και να δικαιολογηθούν στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης, ως ένα φυσικό επακόλουθο της αύξησης του πληθυσμού του λύκου. Σημείωσε όμως πως υπάρχουν ενδείξεις, αλλά όχι επιβεβαιωμένες μετρήσεις, για υβριδισμό του λύκου, κάτι που βρίσκεται υπό έρευνα, ενώ είναι κάτι που διερευνάται και έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά στην Ιταλία και την Ισπανία. «Ενδεχομένως να υπάρχει και το φαινόμενο του υβριδισμού, ωστόσο θα χρειαστούμε επιπλέον πληροφορίες και κυρίως τεκμηριωμένα στοιχεία για να δούμε και την έκταση και την ένταση του φαινομένου. Είναι γεγονός οι επιθέσεις σε κυνηγετικά σκυλιά, κάτι που εξηγείται από την αλληλεπίδραση των πληθυσμών, αλλά και από τα χαμηλά επίπεδα οπληφόρων θηλαστικών, που αποτελούν την φυσική λεία των λύκων. Υπάρχουν ωστόσο μέτρα προστασίας που μπορούν να παίρνουν και οι κτηνοτρόφοι αλλά και οι κυνηγοί, με ειδικά γιλέκα για τα σκυλιά, ώστε να μην μπορούν να πέσουν θύματα των επιθέσεων λύκων», σημείωσε ο κ. Μερτζάνης.
Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Κατηγορίες
- Επικαιρότητα(19.647)
- Πολιτικό Ρεπορτάζ(505)
- Ελλάδα(127)
- Οικονομία(1)
- Πολιτισμός(4.201)
- Εκδηλώσεις(1.577)
- Ήπειρος(1.962)
- Αθλητικά(2.937)
Αρθρογραφία
Είσοδος