Το Μουσείο Αργυροτεχνίας είναι το ένατο κατά σειρά του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς με το οποίο ολοκλήρωσε το δίκτυο των θεματικών του Μουσείων, ένα σημαντικό έργο για τον πολιτισμό, τον τουρισμό και την περιφέρεια, με διεθνή αναγνώριση.
Πρόκειται για τεχνολογικό μουσείο, καθώς πραγματεύεται την τεχνολογία της αργυροχοΐας κατά την προβιομηχανική περίοδο, αλλά ταυτόχρονα και για περιφερειακό μουσείο, με την έννοια ότι εστιάζει στην ιστορία της αργυροχοΐας στην περιοχή της Ηπείρου. Χρονικά, η μόνιμη έκθεση του Μουσείου καλύπτει τη μεταβυζαντινή περίοδο από τον 15ο αιώνα και έπειτα, χωρίς να λείπουν και οι αναφορές σε ακόμα παλαιότερες εποχές.
Σκοπός του Μουσείου Αργυροτεχνίας είναι η διάσωση της γνώσης για την ηπειρώτικη αργυροτεχνία, η διάχυση πληροφοριών στο ευρύ κοινό σχετικά με την τεχνολογία της, καθώς και η σύνδεση αυτής της τεχνολογίας με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της εποχής στην οποία αναπτύχθηκε και άκμασε. Δίνοντας έμφαση στην περιοχή των Ιωαννίνων και της Ηπείρου, αναδεικνύονται τα κοινωνικά- οικονομικά συμφραζόμενα στα οποία αναπτύχθηκαν και εξελίχθηκαν τα τοπικά εργαστήρια αργυροτεχνίας, που επέδρασαν τόσο στην οικονομία όσο και στην πολιτισμική ταυτότητα της περιοχής.
Στην είσοδο του Μουσείου, ο ήχος του σφυριού όπως δουλεύει για τη φιλοτέχνηση ενός αργυρού αντικειμένου, μεταφέρει νοερά τον επισκέπτη στο εργαστήρι του αργυροτεχνίτη. Αμέσως μετά, η χαρακτηριστική αργυρή κανδήλα «φωτίζει» ερωτήματα που βρίσκουν απάντηση καθώς αναπτύσσονται οι θεματικές ενότητες της έκθεσης. Ξεδιπλώνεται το χρονικό και τοπικό πλαίσιο της ηπειρώτικης αργυροτεχνίας, παρουσιάζεται η πρώτη ύλη, επεξηγούνται οι τρόποι επεξεργασίας και μεταποίησής της. Με τη βοήθεια ποικίλων εποπτικών μέσων, ο επισκέπτης ανακαλύπτει βασικές παραδοσιακές τεχνικές μορφοποίησης και διακόσμησης αργυρών αντικειμένων (σφυρηλάτηση, χύτευση, συρματερή, σαβάτι, ανάγλυφο), μαθαίνοντας για τα στάδια που περιλαμβάνει κάθε τεχνική μέχρι τη δημιουργία του τελικού προϊόντος. Παράλληλα, γίνεται ξεχωριστή αναφορά σε Ηπειρώτες τεχνίτες αλλά και σε παραγγελιοδότες, ενώ παρουσιάζεται και η ηπειρώτικη αργυροχοΐα και τεχνοτροπία κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Στο δεύτερο επίπεδο του προμαχώνα, η μόνιμη έκθεση περιλαμβάνει τη συλλογή χαρακτηριστικών έργων ηπειρώτικης αργυροχοΐας, με αντικείμενα από τον 18ο έως τον 20ό αιώνα. Ηπειρώτικα αργυρά κομψοτεχνήματα με περίτεχνες λεπτομέρειες, κοσμήματα, ασημικά του σπιτιού, προσωπικά είδη, όπλα και πολεμική εξάρτυση, είναι μερικά από τα αντικείμενα της συλλογής. Παράλληλα, ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται τον χαρακτήρα και τον λειτουργικό ρόλο των αργυρών αντικειμένων αλλά και τη συμβολική ισχύ τους, καθώς τα έργα αργυροχρυσοχοΐας αποτελούν διαχρονικά σύμβολο κύρους, οικονομικής ευμάρειας και κοινωνικής καταξίωσης.
Σύγχρονες τεχνολογίες
και εκπαιδευτικά παιχνίδια
Στο Μουσείο, εκτός από τη συλλογή των αργυρών αντικειμένων και το επεξηγηματικό οπτικοακουστικό υλικό που τη συνοδεύει, υπάρχει αναφορά στη σύγχρονη αργυροτεχνία με δείγματα από τη δουλειά αργυροχόων που δραστηριοποιούνται σήμερα στην ευρύτερη περιοχή, συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων.
Το Μουσείο Αργυροτεχνίας διαθέτει, επίσης, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, καθώς και χώρο για την υλοποίηση εκπαιδευτικών παιχνιδιών και προγραμμάτων. Στόχος του είναι να διασυνδεθεί στενά με την τοπική κοινωνία, μεταξύ άλλων και μέσω ποικίλων εκπαιδευτικών και πολιτιστικών δράσεων για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής, αλλά και τους επισκέπτες του.
Οι συντελεστές
Η μουσειολογική προσέγγιση και η αρχιτεκτονική μελέτη έγινε από το γραφείο Κίζη Α.Ε. Η επιστημονική επιμέλεια και τεκμηρίωση ανήκει στους: Παρή Καλαμαρά, Κωστή Καλαποθάκη, Μαρίνα Νούτσου, Γιώτα Οικονομάκη – Παπαδοπούλου, Ειρήνη Χαϊδάρογλου και Βαρβάρα Παπαδοπούλου. Η επιστημονική έρευνα έγινε από τις Πηνελόπη Κίτσιου, Μαρίνα Νούτσου, Γιώτα Οικονομάκη – Παπαδοπούλου, Χριστίνα Παπακυριακού, Αίγλη Τσιάρα και τη Βαρβάρα Παπαδοπούλου, νυν Έφορο Αρχαιοτήτων Άρτας. Η τελευταία έμελε να έχει και έναν διπλό ρόλο στην υλοποίηση του Μουσείου, καθώς εκτός από τη συμμετοχή της στην επιστημονική έρευνα, επιμέλεια και τεκμηρίωση, ήταν αυτή που βρισκόταν στο «τιμόνι» της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων όταν υποβλήθηκε η πρόταση του Πολιτιστικού Ιδρύματος του Ομίλου Πειραιώς και είχε καθοριστική συμβολή, ώστε η πρόταση αυτή να υλοποιηθεί.
Ακόμη, την επίβλεψη είχαν η Μελίνα Δάφνη, ο Γιώργος Παπασταυρίδης και η Μαρία Χούντα. Την επιτόπια επίβλεψη είχε ο Χρήστος Παπαβρανούσης, πρόεδρος του Τμήματος Ηπείρου του ΤΕΕ ενώ την εφαρμογή ανέλαβε και υλοποίησε η ΕΡΓΟΣΥΝ ΑΤΕ.
Κατηγορίες
- Επικαιρότητα(19.825)
- Πολιτικό Ρεπορτάζ(508)
- Ελλάδα(128)
- Οικονομία(1)
- Πολιτισμός(4.223)
- Εκδηλώσεις(1.595)
- Ήπειρος(1.964)
- Αθλητικά(2.963)
Αρθρογραφία
Είσοδος