Η κοινωνική συνοχή απάντηση στους «διχασμούς»
Είναι η Ελλάδα μία χώρα «διχασμένη», στα «όρια του εμφυλίου»; Σίγουρα όχι. Ποτέ δεν ήταν στα σύγχρονα χρόνια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας, της καλύτερης περιόδου δημοκρατίας που της έλαχε, να θυμίσουμε. Αρκετές φορές όμως μετά το ’74, βρέθηκε στο επίκεντρο της δημόσιας ρητορικής, αυτό το ερώτημα ξανά. Έχουμε ξανακούσει δηλαδή αρκετές φορές το ερώτημα, την πρόσκληση να διαλέξουμε «ή εμάς ή τους άλλους». Και το αποτέλεσμα συνήθως ήταν ότι δεν ήταν ποτέ εύκολο να καταλάβουμε ποιοι ήταν οι «εμείς» ή οι «άλλοι». Τόσο πολύ…
Ξεχνάμε πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα όταν βγήκε το ΠΑΣΟΚ το 1981, για το οποίο πολλοί πίστευαν ότι ήταν ένας σύγχρονος εκπρόσωπος των… μπολσεβίκων. Ξεχνάμε την κόντρα για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης ή πιο κοντά μας για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Ή το τι έγινε με την ιδιωτικοποίηση των συγκοινωνιών επί κυβέρνησης Μητσοτάκη. Να σημειώσω μόνο, από προσωπική εμπειρία, και το πώς ένιωσαν ή τι έλεγαν πολλοί Γιαννιώτες, όταν εκλέχτηκε τη δεκαετία του ’80, κομμουνιστής δήμαρχος στην πόλη.
Οι καλύτερες «πλατείες»
είναι οι… δικές μας
Είναι βέβαιο ότι θα θυμηθούμε πολλά τέτοια περιστατικά όλοι μας, άλλα να εκφράζουν μία καίρια διαφωνία κι άλλα βαθύτερους διαχωρισμούς. Και τις περισσότερες φορές να συνοδεύονται από μεγάλη ένταση. Ενοχλούν σήμερα κάποιους οι «πλατείες των αγανακτισμένων», αλλά κάποτε γέμισαν οι πλατείες της χώρας μας και με θρησκευτικά λάβαρα, πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, τα οποία και επικαλούνται σήμερα πολλοί θιασώτες του διχαστικού λόγου. Πώς αξιολογείται όμως ως «καλύτερη» η μία πλατεία από την άλλη; Και γιατί να μην γεμίζουν στο κάτω κάτω κι οι πλατείες; Ο απολογισμός άλλωστε θα γίνει κι όλοι και όλα θα κριθούν στο τέλος, στο πολιτικό πεδίο.
Ας μην εντυπωσιαζόμαστε συνεπώς και τόσο, από τον δημόσιο πολιτικό λόγο των τελευταίων χρόνων. Δεν είναι και τόσο ασυνήθιστος όσο νομίζουμε. Και κάποιοι που ξιφουλκούν, ίσως να έχουν και κάποιο ατομικό συμφέρον, να έχασαν μία θέση κοντά στην εξουσία, γι’ αυτό και επικαλούνται σήμερα «εμφυλίους» και βλέπουν παντού «διχασμούς».
Αλλού είναι το ενδιαφέρον
Αυτές τις μέρες που τα χωριά είναι γεμάτα και πολύς κόσμος διαθέτει λίγο περισσότερο χρόνο για κουβέντα στην παραλία, σε ένα καλοκαιρινό σπίτι ή ένα καφενείο σε μία πλατεία, αν ακούσουμε καλύτερα αυτά που λέγονται, θα ανακαλύψουμε ότι δεν υπάρχει και καμία μεγάλη ένταση. Οι άνθρωποι δεν χωρίζονται στους «όχι» και τους «ναι», ή στους οπαδούς της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης. Για τις συντάξεις μιλάνε, για την ανεργία των παιδιών τους, για έργα που χρειάζεται ο τόπος, για την κατάσταση στην Ευρώπη. Και κρατάνε αποστάσεις από τον διχαστικό, κομματικό λόγο. Η καθημερινή μας ζωή, δεν είναι ακόμα ευτυχώς, το περίκλειστο πλαίσιο των «προφίλ» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκεί που στήνονται ναυμαχίες σε θύελλες μέσα σε μικρά κουταλάκια του γλυκού. Στην πραγματική ζωή η κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολη από όσο νομίζουμε, αλλά διατηρείται ακόμα η κοινωνική συνοχή που επιτρέπει κοινές θεάσεις. Ας την κρατήσουμε αυτήν τη συνοχή….
Ας φροντίσουμε να σκεφτόμαστε ελεύθερα
Γιατί υιοθετούμε τόσο εύκολα την ακροδεξιά ρητορική; Για δύο λόγους: Γιατί μας φαίνεται καθησυχαστική και γιατί δεν έχουμε εναλλακτική. Όχι όλοι μας, αλλά πολλοί. Πολλοί που παραδοσιακά είναι στη χώρα μας χουντικοί, ξενόφοβοι κλπ αλλά και περισσότεροι που έχασαν τον κόσμο κάτω από τα πόδια τους μέσα στην κρίση. Για τους πρώτους ο ακροδεξιός λόγος λειτουργεί παρηγορητικά γιατί τους προσφέρει ένα κάποιο πλαίσιο. Για όλα φταίνε οι «εχθροί του έθνους», όλα θα λυθούν αν ανατεθεί η ηγεσία στους «σωστούς» ηγέτες. Όλες οι παραλλαγές της ακροδεξιάς στηρίζονται σε τέτοια πρότυπα.
Οι άλλοι όμως που είναι και η πλειοψηφία, δεν είναι από πάντα ακροδεξιοί. Τους συμβαίνουν όμως τόσα πολλά που πιάνονται από οτιδήποτε τους φανεί στέρεο. Και τι πιο στέρεο από το να φταίει πάντα ο «άλλος»; Την τρομακτική του διαδρομή ο Χίτλερ την έκανε ονοματίζοντας μονίμως τον «άλλο», τον οποίο και εξόντωσε με βιομηχανικό τρόπο.
Θα πεις, θα γίνουν όλα όπως στη χιτλερική Γερμανία; Όχι. Αλλά κι εμείς ας κοιτάξουμε να μαζέψουμε και λίγο το στόμα μας. Και τη σκέψη μας. Ας μην δανειζόμαστε το λεξιλόγιο των ακροδεξιών και της βαρβαρότητας. Και κυρίως ας πάψουμε να σκεφτόμαστε με δάνεια. Ο πρώτος στόχος της ακροδεξιάς είναι η ελεύθερη σκέψη. Ας φροντίσουμε να σκεφτόμαστε ελεύθερα. Κι ας πάψουμε να αρπαζόμαστε από τις απιστευτότητες που σερβίρονται στο διαδίκτυο.
Γράφει ο ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ
fkaramitsos@yahoo.gr
Κατηγορίες
- Επικαιρότητα(19.829)
- Πολιτικό Ρεπορτάζ(508)
- Ελλάδα(128)
- Οικονομία(1)
- Πολιτισμός(4.223)
- Εκδηλώσεις(1.596)
- Ήπειρος(1.964)
- Αθλητικά(2.963)
Αρθρογραφία
Είσοδος